PHOBOCOSM - DEPRIVED - REVIEW




I am an average guy, well educated, kind of a loner. Pretty common, for sure. My brain though is a bit weird. It has the tendency to visualize sensory stimulation. As a kid, this had an effect in my life. But me, being me, had to make something about it. I did not like being a victim of this curse. I can say now, after a long struggle through my twenties and the profound realizations that came to my consciousness, that this ‘mutation’ is a gift. I actually enjoy the visualizations whenever they happen and I am trying to make the most of it.

From writing short fictional stories and essays on meditation and consciousness (it is not what you think it is. It never is.) to writing reviews for metal albums that I enjoy. At times I embed my reviews in a story, other times I just write a few hundred words about my experience listening to an album. Almost always it results into something uncommon or even unhelpful to the reader. It is my belief that since everyone is able to listen to an album immediately, the common review is mostly obsolete. I don’t have to explain the music, since the reader can listen to it (worst case scenario, just a song or two) while reading the review. Isn’t that awesome?

Enter Phobocosm with this warning. If any of you think that death metal is decaying as a form of art you are absolutely wrong. I have seen in the recent years a slow but specific rise of storytelling through death metal. What was once swirling riffs and thick dark production is now a whole universe being expressed through the artists. Specifically, everything in this album works in favor of the listener if he/she allows his/her mind to sink into this ‘deprived’ creation.

This is musical architecture. Moving pillars of carved marble oscillate in semicircular foundations. They are built in stone trenches, standing on steel rails, rising high, up to a hundred meters into the dark, cloud bearing night. The ground was shaking with the pillars’s movement making the dust dance around my feet. A voice, from deep within the center of the grey palace was spreading around unto the heath. What is now before me may not be welcoming but it is attracting my decadent soul.

I approached the trenches and made a leap towards the inner circle. My foot got trapped under a small boulder and I fell with my face unto the dry gravel. I reached back and grabbed the boulder to release my leg. I saw that it was made of marble, a piece that probably fell off from one of the pillars after their eternal oscillation. The inscription on it was written in Latin, but I, being a scholar and an adventurer, could translate it.

The inscription was inconclusive, but it was enough for me to feel excitement. I found ideas that were not thought to be that old, at least not here, in the far south east of Macrochronus. The inscription read: ‘In a quest to find the first thought, the origin of intelligence, I had to bypass my primitive impulse, the circuitry of my own mind.’ I could not find a signature or a sign that could help me identify who wrote this.

It is known that the philosophy developed in Macrochronus had little to no connection with our values and our modern way of thinking. Skepticism was driven to an extreme, resulting in a holistic denial of everything known to man. That was the primal reason for the decay of this civilization. They were lost, forever in doubt.

I stood up and walked straight to the center, where the voice could be heard clearly. Through the short, in comparison, cubic stone structures behind the pillars I found my way walking on paved hallways. After a few hundred meters I reached an open circular center where the floor was steep. No roof above, just the night. The floor was enigmatically constructed into a perfect hemisphere and the deepest point was a dark hole. I wanted to reach down but I saw no other way than to try to climb down carefully, sticking my boots and my fingers into the joints between the polished stone. That was clearly a bad idea.

27 days I was trapped in darkness listening to devastating sounds. I had no other option other than just focus on them. Leading melodies were echoing to the walls beneath me and around me, creating a disciplined dance with the movement of the pillars. Repetitive and ritualistic, these melodies entranced my spirit with the great collisions of ancient gray riffs, pounding unto my body. And the voice? The voice was next to me, preaching with utter conviction: ‘There is no escape from this rotten state.’

I may be a free man now that I am writing these words, but my days of deprivation changed my perception of life. I find it difficult to concentrate on my work and my body is aching for this experience again. This great, gray, rasped ground of music made me fear people and their company. I think I am one with Phobocosm.

PHOBOCOSM - DEPRIVED - REVIEW




Είμαι ένας μέσος άνθρωπος, καλά μορφωμένος, μοναχικός. Σίγουρα αρκετά συνηθισμένος. Ο εγκέφαλος μου όμως είναι λίγο περίεργος. Έχει την τάση να οπτικοποιεί τα αισθητηριακά ερεθίσματα. Σαν παιδί, αυτό ασκούσε επιρροή στη ζωή μου. Αλλά, μιας και είμαι αυτός που είμαι,  αποφάσισα να κάνω κάτι για αυτό. Δεν μου άρεσε να είμαι θύμα αυτής της κατάρας. Πλέον μπορώ να πω, έπειτα από μια πολύχρονη προσπάθεια κατά την δεύτερη δεκαετία της ζωής μου και κάποιες πρωτοφανείς συνειδητοποιήσεις που εμφανίστηκαν στη συνείδηση μου, ότι αυτή η ‘μετάλλαξη’ είναι ένα χάρισμα. Απολαμβάνω τις οπτικοποιήσεις όποτε αυτές συμβαίνουν και προσπαθώ να το εκμεταλλευτώ με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.

Από την συγγραφή μυθοπλαστικών ιστοριών και κείμενα πάνω στο διαλογισμό και στην συνείδηση (Δεν είναι αυτό που νομίζεις ότι είναι. Ποτέ δεν είναι.) μέχρι κριτικές απόψεις για κάποια album που με ευχαριστούν. Κάποιες φορές τις ενσωματώνω σε μια μικρή ιστορία, άλλες φορές απλώς γράφω μερικές εκατοντάδες λέξεις για την εμπειρία μου κατά την ακρόαση ενός album. Σχεδόν πάντα καταλήγει σε κάτι ασυνήθιστο ή ακόμη και άχρηστο (δεν βοηθάει) στον αναγνώστη. Είναι πεποίθηση μου πως από τη στιγμή που ο καθένας έχει τη δυνατότητα να ακούσει ένα album άμεσα, τότε οι κλασσικές κριτικές δίσκων είναι πλέον περιττές. Δεν χρειάζεται να εξηγήσω τη μουσική, αφού ο αναγνώστης μπορεί να το ακούει (στην χειρότερη περίπτωση να ακούσει ένα δυο τραγούδια από ολόκληρο τον δίσκο) καθώς διαβάζει την κριτική. Δεν είναι αυτό γαμάτο?

Εισχωρήστε στους ‘Phobocosm’ με αυτήν την ειδοποίηση. Εάν πιστεύετε πως το death metal παρακμάζει σαν μορφή τέχνης, είστε τελείως λάθος. Έχω δει τα τελευταία χρόνια μια αργή μα συγκεκριμένη άνοδο στην αφήγηση μέσω του death metal. Αυτό που ξεκίνησε με στροβιλιζόμενα riff και σκοτεινή πυκνή παραγωγή είναι τώρα ένα ολόκληρο σύμπαν εκφραζόμενο από τους καλλιτέχνες. Συγκεκριμένα, όλα σε αυτό το album δουλεύουν υπέρ του ακροατή εάν αυτός επιτρέψει τον νου του να βουλιάξει σε αυτό το ‘deprived’ δημιούργημα.

Αυτό είναι μουσική αρχιτεκτονική. Κινούμενοι πυλώνες από σκαλισμένο μάρμαρο ταλαντεύονται σε ημικυκλικά θεμέλια. Είναι χτισμένα σε πέτρινες τάφρους, στέκονται σε ατσάλινες ράγες και υψώνονται μέχρι και εκατό μέτρα στον σκοτεινό και βαριά συννεφιασμένο ουρανό. Το έδαφος τρανταζόταν με την κίνηση των πυλώνων κάνοντας την σκόνη γύρω από τα πόδια μου να χορεύει. Μια φωνή, βαθιά μέσα από το κέντρο του γκρίζου παλατιού απλωνόταν γύρω και πάνω στον χέρσο τόπο. Αυτό που ορθώνεται μπροστά μου μπορεί να μην είναι φιλόξενο μα ελκύει την εκφυλισμένη ψυχή μου.

Πλησίασα την τάφρο και πήδηξα προς τον εσωτερικό κύκλο. Το πόδι μου σκάλωσε κάτω από ένα μικρό εξόγκωμα και έπεσα με το πρόσωπο μου πάνω στο ξερό χώμα. Τεντώθηκα προς τα πίσω και έπιασα το εξόγκωμα για να ελευθερώσω το πόδι μου. Είδα πως ήταν φτιαγμένο από μάρμαρο, ένα κομμάτι που μάλλον έπεσε από τους πυλώνες  λόγω της αιώνιας ταλάντωσης τους. Η επιγραφή πάνω του ήταν στα λατινικά, μα εγώ, ένας λόγιος και εξερευνητής, μπορούσα να το μεταφράσω.

H επιγραφή δεν μου έδωσε βάσιμα δεδομένα, μα ήταν αρκετή για να με κάνει να ενθουσιαστώ. Βρήκα ιδέες που δεν θεωρούνταν τόσο παλιές, τουλάχιστον όχι εδώ, στην άπω νοτιοανατολική Μακρόχρονους. Η επιγραφή έλεγε: ‘Σε μια αποστολή να ανακαλύψω την πρώτη σκέψη, την καταγωγή της νοημοσύνης, έπρεπε να παρακάμψω την αρχέγονη παρόρμηση, το νευρολογικό κύκλωμα του ίδιου μου του μυαλού.’ Δεν μπόρεσα να βρω υπογραφή ή κάποιο σημάδι που θα μπορούσε να με βοηθήσει να ταυτοποιήσω τον συγγραφέα αυτού.

Είναι γνωστό πως η φιλοσοφία που αναπτύχθηκε στο Μακρόχρονους είχε ελάχιστη έως ανύπαρκτη σύνδεση με τις δικές μας αξίες και τον τρόπο σκέψης μας. Ο σκεπτικισμός τους οδήγησε στα άκρα και σε μια ολιστική άρνηση οτιδήποτε γνωστού στον άνθρωπο. Αυτός ήταν και ο βασικός λόγος της παρακμής αυτού του πολιτισμού. Χάθηκαν αιώνια στην αμφιβολία.

Στάθηκα όρθιος και προχώρησα ευθύς για το κέντρο, εκεί όπου η φωνή θα μπορούσε να ακουστεί καθαρά. Μέσα από τα πιο κοντά, συγκριτικά, κυβιστικά πέτρινα κατασκευάσματα πίσω από τους πυλώνες βρήκα τον δρόμο περπατώντας πάνω σε πλακόστρωτους διαδρόμους. Έπειτα από μερικές εκατοντάδες μέτρα έφτασα σε ένα ανοικτό κυκλικό κέντρο όπου το δάπεδο έκλινε απότομα προς τα κάτω. Δίχως οροφή από πάνω, μόνο η νύχτα. Το δάπεδο ήταν αινιγματικά κατασκευασμένο σε ένα τέλειο ημισφαίριο και το βαθύτερο σημείο ήταν μια σκοτεινή τρύπα. Ήθελα να φτάσω κάτω και δεν είδα άλλο τρόπο από το να κατέβω προσεκτικά, σφηνώνοντας  τις μπότες μου και τα δάχτυλα μου στους αρμούς που σχηματίζονταν ανάμεσα στις λουστραρισμένες πέτρες. Αυτή ήταν προφανώς μια άσχημη ιδέα.

27 ημέρες ήμουν παγιδευμένος στο σκοτάδι ακούγοντας τους συγκλονιστικούς ήχους. Δεν είχα άλλη επιλογή από το να συγκεντρωθώ σε αυτούς. Εξέχουσες μελωδίες αντηχούσαν στους τείχους γύρω μου και κάτω μου, δημιουργώντας ένα πειθαρχημένο χορό με την κίνηση των πυλώνων. Επαναληπτικές και τελετουργικές, αυτές οι μελωδίες εκστασίασαν το πνεύμα μου μαζί με τις μεγαλειώδεις συγκρούσεις των αρχαίων γκρίζων riff που χτυπούσαν το σώμα μου. Και η φωνή; Η φωνή ήταν δίπλα μου και κήρυττε με απόλυτη πειστικότητα: ‘Δεν υπάρχει διαφυγή από  αυτήν την σάπια κατάσταση.’

Μπορεί πλέον να είμαι ελεύθερος και να γράφω αυτές τις λέξεις, αλλά οι μέρες υστέρησης άλλαξαν την αντίληψη μου για την ζωή. Δυσκολεύομαι να συγκεντρωθώ στη δουλειά μου και το σώμα μου επιθυμεί ξανά αυτήν την εμπειρία. Αυτό το μεγαλειώδες, γκρίζο, σκαμμένο έδαφος μουσικής με έκανε να φοβάμαι τους ανθρώπους και την παρέα τους. Νομίζω πως είμαι ένα με το Phobocosm.

A Forest Of Stars - Beware The Sword You Cannot See - Metal Feed



120 years before our age, there is a Gentlemen's Club of “A Forest Of Stars”, an exclusive brotherhood of Victorian Englishmen who consider themselves representatives of their era, an era as glorious and splendid as it is decadent. This collective finds its musical expression in hypnotic and ghostly Black Metal, expertly streaked with elements of Ambient and Psychedelic. 



This is what is written in their bandcamp page. I’ve been following them since their debut, which was more akin to post black metal, but still weird and Victorian. Now this sounds more progressive and diverse and I am completely fine with that.

If you don’t know them you should. If you don’t like their music you should have yourself checked by a doctor. I still don’t have an opinion about this album, but I do have an affection for their music, hence I am presenting them to you. Enjoy.

GODSPEED YOU! BLACK EMPEROR - "Peasantry or 'Light! Inside of Light!" (excerpt)



The first time I listened to GY!BE I was with a friend at a cinema watching '28 days later.' In the scene where the protagonist was walking in the empty streets of London, shouting 'Hello' in despair, the music playing was the song 'East Hastings' from their first album. Both me and my friend were amazed by the emotional intensity the song communicated.

That was the first day I listened to a specific genre of rock that, as I found out later, was called 'Post Rock'. Many years have passed since that day and post rock became a major underground trend which led to this genre decline. Orchestral music can swing from deep emotional genius to plain boredom with ease. 




GY!BE is a band that never strayed from their path in order to become more popular, though they did become.  They are legend and they deserve it. Soon their sixth album will be released and here is an excerpt from one of the songs and maybe even a reminder to listen to their amazing discography.


...the car is on fire and there is no driver at the wheel...


POLYPTYCH - ILLUSORIUM - REVIEW





Οι ημέρες μοναχικότητας μου ήταν δύσκολες, αλλά η μύηση απαιτεί από κάθε φιλόδοξο μασόνο να έχει υπομονή, την οποία θεωρώ αρετή. Δεν είναι πως δεν ήμουν έτοιμος για την αποδοχή μου, που δεν ήμουν, αλλά το συντριπτικό συναίσθημα που κάλυψε όλο μου το σώμα, από την κορυφή ως τα νύχια, με έκανε να τρέμω σαν να ήμουν αποκλεισμένος και γυμνός σε μια χιονοθύελλα.

Από την άλλη, η αφοσίωση απαιτεί θυσίες και η πίστη μου ήταν το μοναδικό μου όπλο. Ξεκίνησα να γίνω θεός ανάμεσα σε ανθρώπους και ήμουν έτοιμος να πληρώσω το τίμημα. Με κάλεσαν και δεν έμαθα ποτέ το γιατί μέχρι τις τελευταίες μέρες. Δεν είμαι πλέον αυτής της γης, ανάμεσα σας αλλά όχι μαζί σας, με την ελευθερία κάτω από εμένα και την μιζέρια από πάνω μου.

Το Εγώ μου, ο τελευταίος εχθρός, αυτός ο οποίος αποκαλείται λαθεμένα Θεός, είναι τώρα νεκρό μέσα μου και μαζί μου. Ζήτησα και έλαβα, όχι δίχως αγώνα οφείλω να ομολογήσω, απεριόριστη δύναμη. Παχείς τοίχοι , μυστηριωδώς κατασκευασμένοι από αρχαίες καφετί πέτρες death metal, κατέρρευσαν πάνω μου και με φόβο για την πτώση μου, σκαρφάλωσα διαμέσου των χαλασμάτων για να βρω διαύγεια και λύτρωση γραμμένες μέσα σε αυτούς τους τώρα κατεστραμμένους χώρους. Δεν είμαι πλέον καταδικασμένος να σαπίσω υπό την κυριαρχία αδέσμευτης μιζέριας.



Κοίταξα ψηλά και είδα των ουρανό να αντανακλά την χαμένη μου αθωότητα. Πίσω μου οι μαύρες όχθες άνοιξαν την θέα μου σε αυτό που ήταν κάποτε το αιώνιο βασανιστήριο μου και  μπροστά μου οι λευκές όχθες περίμεναν να βαφτίσουν την ψυχή μου και να με απελευθερώσουν από κάθε ελπίδα. Μπορεί να είμαι καταδικασμένος στην σιωπή, με τον μονόλογο μου μόνο σαν έναν απατηλό φίλο, μα έχω αποδεχτεί την μοναχικότητα μου ως την μοίρα όλων των θεών.

Τώρα, μόνος αλλά όχι απομονωμένος, υψώνω τα χέρια μου και χτίζω με το μυαλό μου και την φωτιά που καίει μέσα μου, κατασκευές μαύρου θορύβου που διαχέονται στο έδαφος. Μπορεί να είμαι ένας νέος μασόνος, ένας θεός της δημιουργίας, αλλά κατέχω την σφαίρα της γνώσης. Μακριά από τον ήλιο και μέσα στο σκοτάδι, ο φύλακας της ακεραιότητας και της αρετής, με αυτήν την σφαίρα που παραδίδεται μόνο στον θάνατο, καλώ αυτούς που ακόμα με αψηφούν. Θα συνθλίψω εσάς, την ουσία σας με την μαύρη μου καρδιά και το μαύρο μου σώμα, παίρνοντας τη μορφή του θανάτου καθώς θα απλώσω τα χέρια μου μέσα στα αυτιά σας και θα αφαιρέσω μαζί με την τελευταία σας ανάσα, τις μηδενιστικές σας αύρες. Εισπνεύστε το σκοτάδι μου όπως εγώ το εκπνέω πάνω σας.

Βομβαρδίζοντας τεράστια  βουνά νεκρών σωμάτων, ενορχηστρώνοντας σαν την ανώτατη μεγαλοπρέπεια του χάους, την μουσική του τέλους των χρόνων, ανοίγω το σώμα μου στο αόριστο άπειρο. Αυτός ο αγώνας δεν έχει τελειώσει, μα βλέπω με το μάτι του κόσμου ότι μήτε ο θάνατος, μήτε η γέννα ανίερων ψυχών μπορούν να σταθούν μπροστά μου δίχως δέος. Χτίζω το δικό μου μονοπάτι. Είμαι ελεύθερος. Οι νεκροί σηκώθηκαν και τους αντιμετωπίζω μόνος μου, καθώς αυτοί με καλούν κοντά τους με ένα παγωμένο και άψυχο αγκάλιασμα και εγώ δεν νοιώθω τίποτε άλλο εκτός από την κατάρρευση του σώματος μου σε σκόνη. Είμαι πολύπτυχος. Είμαι απατηλός. Είμαι ένας στέρεος και συμπαγής λαβύρινθος κατεστραμμένων ελπίδων και εκφυλισμένων ονείρων. Είμαι οι μάταιες μου επιδιώξεις και δεν δέχτηκα βοήθεια από κανέναν. Αυτόν τον κόσμο καταστρέφω και αυτόν τον κόσμο ξαναχτίζω. Είμαι η θυσία του ανθρώπου.

Polyptych - Illusorium - Review





My days alone were difficult, but the initiation demands from any aspiring mason to have patience, which I regard as a virtue. It’s not that I wasn’t ready for the acceptance, which I wasn’t, but the overwhelming feeling that covered my body, from head to toe, made me shake like I was stranded naked in a blizzard.

Then again, commitment demands sacrifices and my faith was my only weapon. I set to become god among men and I was ready to pay the price. I was called and I never knew why until the last days came. I am of this earth no longer, among you but not with you, with freedom beneath me and misery above me.

My ego, the last enemy, the one that is falsely called God, is now dead inside me and with me. I asked and I received, not without a fight I must confess, infinite power. Thick walls, obscurely constructed with ancient brown stones of death metal, collapsed onto me and with fear for my descent, I climbed through the crumbles to find clarity and redemption written within these now fallen halls. I am no longer doomed to rot in a dominion of unbound misery.




I looked up and saw the sky reflecting my lost innocence. Behind me the black shores widening my view of what was once my eternal torment and before me the white shores waiting to baptize my soul and free me from all hope. I may be doomed to silence, with only my soliloquy as an illusory friend but I have accepted my aloneness as the fate of all gods.

Now, alone but not isolated, I raise my hands and build with my mind and the fire burning inside me, structures of blackened noise that permeate the ground. I may be a young mason, a god of creation, but I have in my hands the sphere of knowledge. Away from the sun and into the dark, a keeper of integrity and virtue, with this sphere only rewarded in death, I summon those who still defy me. I will crush thee, thy essence with my black heart and my black body, resembling death as I reach my hands into your ears and rip along with your last breath, your nihilistic auras. Inhale my darkness as I breathe it unto thee.


Bombarding massive mountains of dead bodies, orchestrating like a supreme majesty of chaos, the music of the end of times, I open myself to the boundless infinity. The struggle is not over, but I see with the eye of the cosmos that neither the death, nor the birth of unholy souls can stand in front of me without awe. I built my throne. I pave my own path. I am free. The dead have risen and I face them alone, as they welcome me to join them with a frozen and lifeless embrace and I feel nothing other than my body collapsing to dust. I am Polyptych. I am illusive. I am a strong and thick maze of destroyed hopes and deteriorated dreams. I am my hollow endeavors as I received help from none. This world I am destroying and this world I am rebuilding. I am the sacrifice of man.

Lo! - The Tongueless - EP






And Lo! great riffs of doom rising from the sludged Australian lands. A land that harbors the most dangerous animals on earth and, apparently, an extreme music scene that is slowly picking up. These guys have something worhty of your time. Sentiment and a massive sound, hardcore vocals and riffs that make the ground shake. Keep an eye on them.

There is also this video showcasing that Lo! means business in the pinkiest of ways.




Dreamlongdead – Arisehowlingdarkness: Of Cyclopean Masonry and non-Euclidean Geometry - Review





Ο νυχτερινός άνεμος της ερήμου ούρλιαζε. Η πυκνή άμμος χτυπούσε το πρόσωπο μου, αν και το είχα ήδη καλύψει με το κεφιγιέ μου και ένιωθα τον θομπά μου να γίνεται βαρύτερος όσο περνούσε η ώρα. Είναι σε τέτοιες στιγμές όπου ένα καραβάνι πρέπει να σταματήσει και να τακτοποιηθεί μέχρι να περάσει η αμμοθύελλα, αλλά αυτό που μας έκανε να σταθούμε ακίνητοι, ανίκανοι να κινηθούμε και να κάνουμε τις απαραίτητες προστατευτικές μανούβρες από την άμμο, ήταν μια βαθιά τσιριχτή φωνή που μετέφερε ο άνεμος. Ήταν μια σχεδόν ακατανόητη φωνή και είδα τον οδηγό μας, έναν ηλικιωμένο άνθρωπο που γνώριζε απ’ έξω την έρημο, με τρόμο στα μάτια, να μουρμουρίζει και να κοιτά προς τον βαθύ νότο, εκεί όπου η νύχτα φώτιζε γύρω από ένα περιστρεφόμενο μπλε φωσφορίζον πολύγωνο φωτός. Αυτό ξεκαθάρισε σε μένα, καθώς και στους υπόλοιπους που βρίσκονταν εκεί, ότι αυτή δεν ήταν μια συνηθισμένη αμμοθύελλα.

Έπειτα από μερικές νευρικές προσαρμογές που κάναμε για να προστατευτούμε από την απειλητική άμμο, έψαξα να βρω τον ηλικιωμένο άνδρα και τον βρήκα να προσεύχεται δίπλα από μια αρχαία και κάποτε ιερή κολώνα, με τα μάτια σφαλισμένα, και να μουρμουρίζει μια γνωστή προσευχή. ‘Subhana Rabbiyal Ala.’ , είπε και πετάχτηκε πάνω, με τα χέρια του στραμμένα προς τον ουρανό καθώς η φωνή που έφερνε ο άνεμος ακούστηκε με καθαρότητα από τα αυτιά μας και τις τρομοκρατημένες καρδιές μας.

‘ROBA EL KHALIYEY. ANUNG UN RAMA.’


Δεν είχα ξανακούσει στη ζωή μου παρόμοιο ήχο, έναν ήχο που έκανε το σώμα μου να τρέμει με φόβο. Ο ηλικιωμένος άντρας γύρισε σε μένα, επαναλαμβάνοντας ψιθυριστά αυτό που μόλις ακούστηκε. ‘Roba El Khaliyey. Anung Un Rama. Ξέρεις τι σημαίνει αυτό?’, με ρώτησε ρητορικά. ‘Το άδειο διάστημα. Αυτός είναι η πύλη.’ Τον κοίταξα συγχυσμένος, ανίκανος να καταλάβω τι σημαίνει. Ήξερα πως βρισκόμαστε στο Άδειο Διάστημα, την νότια Αραβική έρημο, αλλά ποιος είναι αυτός και για ποιο πράγμα είναι πύλη, ήταν άγνωστο σε μένα.

Βροντεροί ήχοι του doom άρχισαν να έρχονται μέσα από τον ουρανό και η αμμοθύελλα άρχισε να απομακρύνεται από εμάς, σε μία απόσταση και να δημιουργεί ένα μεγάλο κούφιο κύλινδρο γύρω μας, που αναπτυσσόταν προς τον ουρανό. Ανίκανοι να ξεφύγουμε, καλυμμένοι από το σκοτάδι, συνειδητοποίησα με απόλυτη βεβαιότητα πως αυτή είναι η τελευταία βραδιά στη ζωή μου. Είδα με καθαρό τρόμο τους συνάδελφους εμπόρους να μετατρέπονται από ειρηνικούς και καλούς ανθρώπους σε απεχθείς και φρενιασμένους ανθρώπους, όπου επιτίθονταν ουρλιάζοντας ο ένας ενάντια στον άλλο, με τα γυμνά τους χέρια, σαν να ήταν κυριευμένοι από δαίμονες.. Ο ένας μετά τον άλλο έπεφταν πάνω στην παγωμένη άμμο με αίμα να πετάγεται μέσα από τις φρέσκιες και βίαια δημιουργημένες πληγές τους. Με τα μάτια τους ρουφηγμένα προς τα μέσα, σαν μία εσωτερική ρουφήχτρα να τα τράβηξε και τα στόματα τους να μένουν ορθάνοιχτα σαν να τραγουδούσαν μία δυσοίωνη και σκοτεινή ψαλμωδία.

Γύρω μου, οι αμμόλοφοι υψώνονταν σταθερά και δημιουργούσαν τεράστια riff του doom και κάτω από εμένα εμφανίστηκε ένας λάκκος θανάτου και περιστρεφόμενου χάους. Διαμελισμένα άκρα και φθαρμένα ρούχα μαζεύτηκαν στο κέντρο από μία αδιόρατη δύναμη, χτίζοντας ένα μνήμα, και έμεινα μόνος να θαφτώ ζωντανός μαζί με τους Φαραώ. Εγώ, ένας έμπορος και οικογενειάρχης, συνειδητοποίησα τη μοίρα μου καθώς αυτή έγινε ξεκάθαρη σε μένα. Εγώ, ο μοναδικός επιζών, θα πλάγιαζα στο σκοτάδι για πάντα, καταδικασμένος και απέθαντος.


ANUNG UN RAMA. ΕΓΩ ΕΙΜΑΙ Η ΠΥΛΗ.

Dreamlongdead – Arisehowlingdarkness: Of Cyclopean Masonry and non-Euclidean Geometry - Review





The late night desert wind was howling. The thick sand was hitting my face, even though I had already covered it with my keffiyeh and I could feel my thobe getting heavier as the time passed. It is at times like this when a caravan needs to stop and settle until the sandstorm passes. But what made us all stand still, unable to move and make the necessary protective maneuvers from the sand, was the deep screeching voice that was carried by the wind. It was a barely audible voice but I saw our guide, an old man who knew the dessert by heart, with terror in his eyes, mumbling and looking at the deep south, to where the night was lightening up around what seemed to be a swirling blue fluorescent polygon of light. That made clear to me and to everyone else there, that this was no ordinary sandstorm. The inaudible voice became clearer and clearer and felt like it was coming closer to us.

After some nervous adjustments that we made, so that we could protect ourselves from the menacing sand, I sought after the old man and found him praying next to an ancient and once holy pillar, with his eyes shut tight, mumbling a well known prayer. ‘Subhana Rabbiyal A’la.’ I heard him saying and then he jumped right up with his hands towards the sky as the voice that was carried by the wind was heard with clarity from our ears and from our terrified hearts.

‘ROBA EL KHALIYEY. ANUNG UN RAMA.’



Never before had I heard a similar sound, a sound that made my body shake with terror. The old man turned at me, repeating with a whispering voice what was just heard. ‘Roba El Khaliyey. Anung Un Rama. You know what this means?’, he asked me rhetorically. ‘The empty space. He is the gate.’ I looked at him perplexed, unable to understand what that meant. I knew we were at the Empty Space, the southern Arabic desert, but who was he and what was he a gate for, was unknown to me.

Thundering sounds of doom started rolling through the sky and the sandstorm appeared to withdraw away from us, staying in a distance and creating a big hollow cylinder around us, rising up to the sky. Unable to escape, enshrouded in the darkness, I realized with the outmost certainty that this was my last night alive. I saw with sheer terror, my fellow merchants turning from peaceful and kind men to hateful and insane berserkers, screaming and attacking each other with their bare hands, like they were possessed by demons. One by one they were falling unto the cold sand with blood spurting through their fresh and violently open wounds. Their eyes sucked in, as if an internal vacuum collected them and their mouths gaping open like they were singing a sinister and dark chant.

Around me, the sand hills were rising slowly and forming great riffs of doom and below me appeared a pit of death and swirling chaos. Dismembered limbs and rugged clothes were gathered in the center by an unseen force, building a tomb, and I was left alone to be entombed alive with the Pharaohs.  I, a merchant and a family man, realized my destiny as it was made clear to me.  I, the only one left alive, will lay in the darkness forever more, doomed and undead.


ANUNG UN RAMA. I AM THE GATE.

Ghost Bath - Moonlover





















A beautiful song, that could be classified as post black metal, from Ghost Bath. The most interesting, if not impressive, info about this band is that they are from China. We could discuss the great influence of globalization and internet to culture and music but that would be a long conversation, especially when it is just easier to simply listen to this beautiful song.

The cover art is 'La Luna' by Luiz Gonzalez Palma.




Visigoth - The Revenant King - review




Το άλογο μου είναι κουρασμένο έπειτα από τόσες ώρες ταξιδιού, διαμέσου του μεγάλου βάλτου του παγωμένου βορρά, κοντά στα σύνορα της μεγάλης μας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Είμαι και εγώ κουρασμένος και έχω καταναλώσει και την τελευταία σταγόνα νερού καθώς και το φαγητό που κουβαλούσα μαζί μου. Η αποστολή μου όμως είναι υψίστης σημασίας. Πρέπει να περάσω το μονοπάτι του πράσινου ποταμού και να φτάσω τον μικρό καταυλισμό μας, που βρίσκεται εγκατεστημένος κοντά στο γκρίζο δάσος, βρέξει χιονίσει.

Πρέπει να σας ειδοποιήσω, αδέλφια μου, για τον επερχόμενο στρατό των Βησιγότθων, που περπατούν με γρήγορο ρυθμό προς το μικρό αλλά σημαντικό φυλάκιο μας. Οφείλουμε, με κόστος την ίδια μας την ζωή, να το υπερασπιστούμε. Δεν πρέπει κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες να τους επιτρέψουμε να περάσουν την γέφυρα και εάν αυτό σημαίνει πως πρέπει να την καταστρέψουμε, ας είναι. Είμαστε οι πολεμιστές, είμαστε οι ιχνηλάτες, είμαστε οι ατσάλινες φωνές μέσα στη νύχτα.



Αλλά, καθώς τα γράφω αυτά βιαστικά, οφείλω να παρουσιάσω τα πρόσφατα γεγονότα που οδήγησαν σε αυτήν την αναπάντεχη στροφή στον πόλεμο μας. Είδα, με βαθιά λύπη και πόνο στη καρδιά μου, το δασικό χωριό μου, το μόνο σπίτι που έχω γνωρίσει, να καταναλώνεται από τις φωτιές. Ήρθαν από τον βορρά με σίδερο και φωτιά, καθώς το φεγγάρι στο τέλος του Οκτώβρη αναδύθηκε μέσα από την ομίχλη. Και εγώ, ένας αλαβάστρινος μάρτυρας στην ιεροτελεστία τους, είδα δεκατρείς  κουκουλωμένες φιγούρες να υποκλίνονται βαθιά, μέσα στο δάσος και να μαζεύονται για την θυσία, καθώς εγώ στεκόμουν εκεί, παρατηρώντας με το μάτι ενός κατασκόπου, με φόβο και δέος, με μεγάλη προσδοκία και ελπίδα, τον ουρανό του γερασμένου Οκτώβρη να γεμίζει με αίμα και φωτιά σαν μια ορθάνοιχτη πύλη για τον κάτω κόσμο. Με οδύνη και τρόμο στην ψυχή μου, είδα πάνω από τον βωμό ένα νέο κορίτσι να αναδύεται με ψυχρά μαύρα στοιχειωμένα μάτια. Ήταν μια αιματηρή θυσία πάνω στον πέτρινο βωμό. Ήταν μια αρχαία ιεροτελεστία πάνω στο πεντάγραμμο και για αυτό, αδέλφια μου, σας γράφω. Σφυριά, αλυσίδες και καρφιά, όχι φόβος και αδυναμία είναι το μονοπάτι που διαλέξαμε. Πάντοτε αληθινή στον κώδικα, συμπαραστεκόμαστε. Υψώστε τις γροθιές σας δίπλα στα αδέλφια μας και σταθείτε αιώνια περήφανοι. Είμαστε οι αληθινοί και οι θαρραλέοι και για πάντα ένα με τον ήχο. Είμαστε η σιδερένια αδελφότητα και θα έρθουμε από τον νότο για ψυχρή και μισητή εκδίκηση.

Ελπίζω, εάν δεν φτάσω εκεί, αυτό το μήνυμα να φτάσει με κάποιο τρόπο στα μάτια σας και να σας πληροφορήσει για το μαύρο σκοτεινό μέλλον που έρχεται προς τα εμάς. Ελπίζω, σαν σύντροφος πολεμιστής, φίλος και αδελφός, να είμαι εκεί, να στέκομαι δίπλα σας, και να ανακτήσουμε τη φωτιά του νου μας και να υψώσουμε τις γροθιές μας ενάντια στον ουρανό.

Η βαριά μεταλλική προέλαση της στρατιάς των Βησιγότθων έρχεται και οφείλουμε να είμαστε έτοιμοι. Με γενναιότητα θα πολεμήσουμε, με περηφάνια θα πέσουμε. Χαίρε αδέλφια μου. Τους ακούω στον άδειο πρωινό ουρανό, να έρχονται κοντύτερα με κάθε μου ανάσα. Χαίρε αδέλφια μου. Έχω δρόμο μπροστά μου.

Visigoth - The Revenant King - review




My horse is tired after long hours of thrusting through the wide marsh of the cold north, near the borders of our great Roman Empire. I am, by all means, tired myself and have consumed every last drop of water and food I carried with me. My mission though is of the outmost importance. I have to cross the path of the green river and reach our small camp we’ve settled near the gray forest, come heaven or high water.

I have to warn you, my brothers, about the oncoming army of the Visigoths, marching with fast pace towards our little but important reach. We have, at the expense of our own lives, to defend it. Under no circumstance should we allow them to cross the bridge and if that means destroying it, so be it. We are the warriors, we are the pathfinders, we are the voices of steel in the night. For this I am sure.


But, while I write with such haste, I have to present the recent events that led to this unexpected turn into our war. I saw, with great sorrow and pain in my heart, my woodland village, the only home I've ever known, being consumed by flames. They came from the north with iron and fire, as the late October moon rose through the fog. And I, an Alabaster witness to the rite, saw thirteen hooded figures bowing deep within the woods and gathering for the sacrifice, as I was standing there, watching with the eyes of a spy, with fear and awe, with great anticipation and hope, the late October sky streaking with blood and fire like a yawning gateway to the underworld. With agony and terror in my soul, I saw on the altar a young girl rising with cold black haunted eyes. This was a blood sacrifice upon the altar stone. It was an ancient rite upon the pentagram and for this, my brothers, I write to you. Hammers, chains, and spikes, no fear or weakness is the path we chose. Always true to the code, we stand beside each other. Raise your fists beside our brothers and stand eternally proud. We are the true and the brave and forever one with the sound. We are the Iron Brotherhood and we will come from the south with cold and hateful vengeance.

I surely hope, if I don’t make it there, that this message will somehow reach your eyes and inform you about the black darkened future coming towards us. I surely hope, as a fellow warrior, a friend and a brother, that I will be there, standing beside you, reclaiming the fire in our minds and raising our fists against the sky.

The heavy metal march of the army of Visigoth’s is coming and we should be prepared. With valor we shall fight, with pride we shall fall. Hail to you my brothers. I hear them in the empty morning sky, coming closer with every single breath. Hail to you my brothers. I have a long road ahead.


Kauan - Muistumia - review






To Doom είναι το είδος του Metal που ενσωματώνει την τραγωδία, την θεατρικότητα και την μεγαλοπρέπεια στο μέγιστο δυνατό βαθμό και για αυτόν τον λόγο είναι το πιο συναισθηματικό είδος ακραίας μουσικής που έχω ακούσει.  Αφήνοντας στην άκρη την υποκειμενικότητα μου, οι Kauan είναι ένα συγκρότημα που αναμειγνύει την μεγαλοπρέπεια του doom με στοιχεία folk, κλασσικά έγχορδα (βιολί και βιόλα), πλήκτρα και φωνητικές ερμηνείας που εκτείνονται από σκληρά σε καθαρά, αντρικά σε γυναικεία, κάνοντας αυτό το δημιούργημα πιο συναισθηματικό, ρομαντικό και μελαγχολικό, δίνοντας μια βαθιά και καλλιεργημένη προσωπικότητα στο συγκρότημα.

Δεν τους έχω ξανακούσει αν και έχουν κυκλοφορήσει είδη 4 album από το 2007 και το ‘Muistumia’ είναι μια επαναηχογράφηση έξι τραγουδιών από προηγούμενες κυκλοφορίες μαζί με ένα καινούριο, το ‘Unsoi’ που ανοίγει το album. Τα κύρια χαρακτηριστικά αυτής της κυκλοφορίας είναι τα βαριά riff του doom, που τόσο αγαπώ και ενορχήστρωση που μου θυμίζει αυτές του prog rock και του ατμοσφαιρικού metal που κυκλοφορούσε κυρίως κατά τα μέσα της δεκαετίας του 90.

Οι στίχοι είναι στα Ρώσικα και στα Φινλανδικά, που από τη μια πλευρά τους κάνουν ακατανόητους αλλά από την άλλη προσφέρουν μια εξωτική ακουστική εμπειρία, αφήνοντας των ακροατή να δημιουργήσει τα δικά του εικονικά τοπία, στο χιόνι και στον πάγο ενός άγνωστου κόσμου, περιπετειώδη και γεμάτο ενδιαφέρον.



Μπαίνοντας σε μια απομονωμένη ταβέρνα στη μέση της Τούνδρας, με λίγους μονάχα αγρότες και κυνηγούς να κάθονται γύρω από ζεστές εστίες φωτιάς, πίνοντας βότκα και συζητώντας την καθημερινότητα τους και τα προβλήματα τους, τον μεγάλο χειμώνα που είχε καταστρέψει τα σπαρτά πριν από πολλά χρόνια και ιστορίες των προγόνων τους όταν ήρθαν σε αυτό το απάνθρωπο μέρος να εγκατασταθούν κα να χτίσουν το μικρό τους χωριό.

Οι κυνηγοί να λένε μια ιστορία για ένα κυνηγό, ο οποίος έπειτα από το επιτυχημένο κυνήγι μιας μέρας, βρέθηκε αντιμέτωπος με μια μεγάλη καφέ αρκούδα, λίγα μόλις μίλια βορειότερα και τον αγώνα που έδωσε, όχι μόνο για την ζωή του αλλά και για τις ζωές της γυναίκας του και των παιδιών του, καθώς τον περίμεναν να επιστρέψει φέρνοντας μαζί του φαγητό. Το όνομα αυτού είναι Kuu και είναι ο μυθικός δημιουργός του αρχαίου τους χωριού.

Αυτή είναι μια ιστορία που μόλις δημιούργησα, για να δώσω ένα παράδειγμα των εικονικών τοπίων που δημιουργούνται στη συνείδηση του γράφοντα κατά την ακρόαση του ‘Muistumia’. Όποτε συμβαίνει αυτό, ιδιαίτερα όταν συμβαίνει με αυτό τον φιλόξενο και προσβάσιμο τρόπο από τους καλλιτέχνες, είμαι κάτι περισσότερο από ευχαριστημένος. Μόλις βρήκα μερικούς καινούριους φίλους από τον βορρά. Φίλοι οι οποίοι έχουν την δυνατότητα να αφηγούνται ιστορίες μέσα από τη μουσική τους και θεωρώ αυτό το album, όχι μόνο μια επιτυχείς κυκλοφορία μα και μία σημαντική για αυτούς. Υπάρχει ταλέντο εδώ και τους εύχομαι τα καλύτερα για το μέλλον. Θα τους ακούω.

Kauan - Muistumia - review





Doom metal is the subgenre that embodies tragedy, theatricality and grandiose to their full extent and for that reason is the most emotional and moving heavy music that the author has listened to. Subjectivity aside, Kauan is the type of band that mixes the grandiose of doom with folk elements, classical strings (violin and viola), keys and a vocal performance that varies from growls to clean, male to female, singing to narration, making their craft more mellow, romantic and melancholic resulting in a deep and multilayered personality of a band.

I’ve never heard of them before, even though they have published 4 albums since 2007 and ‘Muistumia’ is a re-recording of six main tracks from previous releases along with one new track, the opener ‘Unsoi’. The main characteristics of this release are the doomy heavy riffs that I love and an orchestration that reminds me of prog-rock and atmospheric metal albums that were being released in the mid 90’s.

The lyrics are in Russian and Finnish, which on the one hand makes it incomprehensible but on the other hand it offers an exotic listening experience, leaving the listener to create his own imagery and landscapes filled with snow and ice into a world unknown but interesting and adventurous.



Walking into a secluded tavern amidst the Tundra with only a few farmers and hunters gathered around the heated pots, drinking vodka and discussing about their daily routine and problems, the great winter that destroyed the corps a long time ago and stories of their ancestors when they came in this inhumane place to settle down and build their small village. 

The hunters telling of tales of this one hunter, that after a successful game, came upon a great brown bear just a few miles north and had to fight not only for his life but for the lives of his wife and children, since they were waiting for him to bring them food. The name of that hunter was Kuu and he stands as the mythic founder of their ancient village.

This is a story that I just made up, as to give an example of the imageries created in the consciousness of the writer while experiencing ‘Muistumia’. Whenever that happens, especially when it is done in such a welcoming and accessible way by the artists, I am more than pleased. I have just found some new friends from up north. Friends who happen to have the ability of storytelling through music and I consider this album, not only a successful release but an important for them as well. There is talent here and I wish for them the best, the future holds. I will be listening.