Black Monolith - Passenger - review




Ο ακραίος ήχος είναι σε μία κατάσταση μόνιμου ριζοσπαστισμού. Οι μουσικοί επανεφευρίσκουν τον ίδιο τον ήχο τον οποίο αγάπησαν μεγαλώνοντας, συνδυάζοντας χαρακτηριστικά που εκ πρώτης όψεως δεν έχουν κάτι κοινό.

Το black metal και το crust punk εύκολα μπορούμε να τα διαχωρίσουμε και να τσακωνόμαστε για το ποιος είναι πιο trve σε αυτό που πρεσβεύει. Ακραία και τα δύο ήδη από τη φύση τους, με το Black metal να έχει την τάση να είναι πιο μελωδικό και ταξιδιάρικο όταν οι ασβεστωμένοι μουσικοί ρομαντζάρουν στην φύση ή έρχονται σε επαφή με την ευαίσθητη σατανική καρδιά τους. Ένας ήχος πιο φυσικός και γήινος από αυτόν του punk.

Από την άλλη, τα νεύρα και η σκατίλα της γκρίζας αστικής ζωής, η συνειδητοποιημένη αναρχία και το χάος συναντιούνται εδώ με την black metal σιδηροδρομική riffολογία και δημιουργούν ένα θορυβώδες απροσάρμοστο fuzz που θυμίζει σε φάσεις κάτι πιο ψυχεδελικό και rocknroll χωρίς να είναι ποτέ χίπικο και αφελές.

Η φωνή είναι πάνω από τις κιθάρες και ουρλιάζει ακατάπαυστα για κάτι. Δεν ξέρω τι. Δεν με ενδιαφέρουν οι στίχοι. Λειτουργεί σαν ένα ακόμη όργανο. Τα drums ακολουθούν τα μοτίβα της ασταμάτητης επαναλαμβανόμενης πυροβολαρχίας του αναρχισμού συνοδεύοντας κάποια punk ακόρντα που γλιστράνε με ευκολία στη μελωδικότητα του black metal. Με τις κιθάρες να αφήνονται ελεύθερες να βγάλουν τον θόρυβο τους και την παραγωγή να προωθεί αυτήν την ρευστή rock αισθητική, δημιουργούν ένα σύνολο το οποίο τελικά σε αφήνει πιο ήρεμο και ευδιάθετο.

Το αποτέλεσμα λειτουργεί εκπληκτικά υπέρ του ακροατή. Καταπραΰνει τα νεύρα, αγαλλιάζει τη ψυχή, χαλαρώνει τους μυς και σε ταξιδεύει στις κρυφές ομορφιές μιας βιομηχανοποιημένης κιτρινογκρίζας πόλης της Αγγλίας, στις αρχές του φθινοπώρου. Υγρασία, βροχή, λάσπη, riff και μοϊκάνα.