LIVE REPORT: DEATH’S BLACK DECENT II


Έφτασα στο 8ball σχετικά νωρίς. Είχα στο νου μου πως θα μπορούσα να απολαύσω τον απογευματινό ήλιο της Σαλονίκης και ίσως να έπινα και ένα freddo. Έκατσα σε μια καφετέρια απέναντι από το club και λίγο πριν έρθει ο καφές μου, ένας φίλος, και συνέταιρος (όχι με μένα) της Krisis Productions, βγήκε από το club.

«Θες να έρθεις μέσα;», με ρώτησε αφού χαιρετηθήκαμε. «ΕΝΝΟΕΙΤΑΙ», σκέφτηκα, αλλά διατήρησα το swag μου. «Ναι, Οκ.» είπα και μπήκαμε μέσα. Το soundcheck είχε ολοκληρωθεί από τα περισσότερα συγκροτήματα. Μίλησα με κάποιους φίλους που ήταν είδη εκεί καθώς ακούγαμε τις δύο μπάντες που θα άνοιγαν την βραδιά, να ρυθμίζουν τα όργανα τους.

Μετά το καφέ, ήρθε η πρώτη μπύρα και περίπου μισή μπύρα αργότερα, οι Dimholt ανέβηκαν στη σκηνή. Ήρθαν από την γειτονική μας Βουλγαρία, έχοντας κυκλοφορήσει το πρώτο τους album, Liberation Funeral. Ο ήχος τους θα μπορούσα να περιγραφεί  ως black metal, με λίγο roll μέσα του και με τάσεις ψυχεδέλειας. Το κοινό ήταν ακόμη εκτός ‘συγχρονισμού’, αραγμένοι και διάσπαρτοι μέσα στο χώρο. Αυτό συμβαίνει συνήθως στην αρχή ενός show, ιδιαίτερα εάν ο κόσμος γνωρίζει ότι θα είναι μεγάλη βραδιά (πέντε συγκροτήματα συνολικά).

Μου άρεσε ο ήχος τους και ήταν καλά προβαρισμένοι. Στάθηκα στο κέντρο του χώρου, ακούγοντας τα όργανα και πρέπει να πω πως τα drums θα μπορούσαν να είναι λίγο πιο χαμηλά ώστε τα riff να ακούγονταν καλύτερα. Ο τραγουδιστής έχει καλή φωνή και η συνολική αίσθηση που έβγαζαν ήταν θετική. Η ενορχήστρωση κάποιων τραγουδιών έχουν κάτι majestic μέσα τους, και δημιουργούσαν ένα μεγαλειώδης συναίσθημα. Αλλά ο ήχος τους δεν είναι ακόμη πλήρως αναπτυγμένος και αυτό ακουγόταν σε κάποια τραγούδια, όπου η lead κιθάρα έπαιζε μόνη της, πάνω από την ενορχήστρωση και απλώς δεν δούλευε καλά για εμένα. Ο χρόνος θα δείξει και οι Dimholt αξίζουν της προσοχής μας.

Επόμενοι ήταν μία τοπική μπάντα, οι The Psalm. Παίζουν death metal, όπως αυτό ορίστηκε από τα συγκροτήματα  Asphyx, Autopsy, Bolt Thrower και άλλα παρόμοια. Είναι ένα δυναμικό τρίο που εκπέμπουν ωμά, επιθετικά και ερπετοειδή συναισθήματα που αναπτύσσονται με τα riff. Το δυνατότερο σημείο τους είναι η φωνή, βαθειά, γρυλιστή και με εξαιρετική άρθρωση. Αλλά απογοητεύτηκα από την απόδοση τους, κυρίως με τις ρυθμικές και lead/solo κιθάρες. Αυτή η αδυναμία μπορεί να δικαιολογηθεί καθώς τα φωνητικά, οι ρυθμικές και οι lead/solo κιθάρες παίζονταν όλες από έναν άνθρωπο. Νομίζω θα ήταν καλύτερο εάν είχαν ένα εξτρά παίχτη στις συναυλίες, υπεύθυνο για ένα από τα δύο μέρη των κιθάρων. Έχουν δυνατότητες και αυτό θα γίνεται ξεκάθαρο και πιο συμπαγές όσο δουλεύουν και εξελίσσονται.

Οι Demonomancy, από την Ιταλία, ανέβηκαν στη σκηνή με ταιριαστά ρούχα και το ντεμπούτο τους, Throne Of Demonic Proselytism στο μενού. Και αυτοί δυναμικό τρίο, με ξυρισμένα κεφάλια, βαμμένα μαύρα μάτια και αλυσίδες τυλιγμένες γύρω από το γυμνό (πάνω) σώμα τους. Ξεκίνησαν και τέλειωσαν. Δίχως φλυαρίες και λόγια. Απλά και στεγνά, μία αγνή ηχητική επίθεση. Ο τραγουδιστής έδωσε μία ενεργητική/παθητική ερμηνεία. Ο ήχος του ήταν λίγο χαοτικός και νομίζω ότι ήταν μεθοδευμένο. Η άποψη μου και προσμονή, όταν είμαι σε μια συναυλία, είναι να έχω μία καθαρή ηχητική, αισθητηριακά, εμπειρία. Θέλω να ακούω την ενορχήστρωση και τα riff. Αυτή η χαοτική έκφραση μπορεί να εξυπηρετεί τον σκοπό δημιουργίας ατμόσφαιρας, αλλά ηχητικό χάος και ηχητική ατμόσφαιρα δεν είναι το ίδιο, όπως θα διαβάσετε και στην επόμενη παράγραφο. Έχουν τα riff και τη δυνατότητα να το επιτύχουν αυτό, αλλά όχι ακόμη.

Υπήρχε ένα σχετικά μεγάλο διάλλειμα στο πρόγραμμα, μάλλον γιατί οι Lvcifyre ήθελαν να σιγουρευτούν ότι ο ήχος τους θα ήταν ακριβώς όπως τον ήθελαν. Σε κάποια φάση ξεκίνησαν να παίζουν και ‘το’ ένιωσα. Αλλά σταμάτησαν. Έπειτα άφησαν τη σκηνή και επέστρεψαν με τις ‘πανοπλίες’ τους. «Το παίρνουν πολύ στα σοβαρά.», σκέφτηκα.

Η ειδοποιός και τεράστια διαφορά με τις προηγούμενες μπάντες είναι πως οι Lvcifyre έχουν ένα ξεκάθαρο όραμα για αυτό που κάνουν και πως θέλουν να το παρουσιάζουν στις συνειδήσεις μας. Παίζουν σε ένα τελείως διαφορετικό επίπεδο, το οποίο λίγοι επιτυγχάνουν. Εάν ήμουν 20κάτι χρονών αγόρι μάλλον θα ένιωθα φόβο και δέος. Ήταν ένα από τα πιο εντυπωσιακά show που έχω δει και θα λέω σε οποιονδήποτε τρέφει ένα ενδιαφέρον για τις σκοτεινές τέχνες, πως δοθείσης της ευκαιρίας, τους Lvcifyre πρέπει να τους ζήσει. Και δεν υπερβάλλω. Ήταν απόλυτοι στη βεβαιότητα τους, τεράστιοι και επιβλητικοί, μεταδίδοντας αύρες από ένα άλλο, σκοτεινό σύμπαν, όπου το φως ακόμη δεν έχει παρουσιαστεί σε αυτό. Αγνό ηχητικό σκότος.

Θα μπορούσα να είχα συγκεντρωθεί στην ενορχήστρωση και να έβρισκα λάθη και ελαττώματα αλλά δεν το έκανα. Εάν υπήρχαν, τα αγνόησα τελείως. Επέτρεψα στον εαυτό μου να βυθιστεί μέσα στη “fyre”.

Μετά το τέλος της παράστασης τους, όπως έκανα και μετά από κάθε συγκρότημα, σχολιάζαμε με φίλους. Η μόνη διαφορά είναι πως τώρα χαχανίζαμε. Διότι αυτό κάνουν οι αληθινοί άντρες όταν έρχονται σε επαφή με το αληθινό σκότος. Χαχανίζουν. Deal with it!

Οι Obliteration ήρθαν από τη Νορβηγία, ντυμένοι με τον τρόπο τον παλιό, old school. Μία έμπειρη μπάντα, μας έδειξε τα δόντια της ενώ επιβλήθηκαν στη σκηνή με την παρουσία τους. Είναι επίσης, μαζί με τους Lvcifyre, μία μεγάλου βεληνεκούς live μπάντα, αλλά βγάζουν διαφορετική αίσθηση. Επιθετικό, thrashy, death metal με μία φωνή που επιτίθεται στις αισθήσεις και τα solo να πετάνε διαμέσου των τραγουδιών καθώς ο drummer σφυροκοπούσε ασταμάτητα το τύμπανα του.

Κάποια στιγμή ο τραγουδιστής εκτόξευσε μία μύξα στο κοινό, με τον τρόπο που κάνουν οι ποδοσφαιριστές, αλλά δεν χτύπησε κανένα. «Δεν έγινε επίτηδες.» σκέφτηκα. «Μάλλον θα τον ενοχλούσε και έπρεπε να το κάνει.» Μετά συνέβη ξανά και ξανά. Τέσσερις μύξες αργότερα και έπειτα από πολύ πρωτόγονο death metal, σκέφτηκα πως αυτός είναι ο τρόπος του για να εκφράζει την έλλειψη χαρτομάντιλων από τη ζώνη με τις σφαίρες του. Κατιτίς αηδιαστικό, αλλά όπως και να το δούμε, είναι metal.

Το show κράτησε κάτι περισσότερο από τέσσερις ώρες και ήμουν απολύτως εξαντλημένος. Πήγαμε να ‘τσιμπήσουμε’ κάτι και μετά σε ένα ροκόμπαρο για μία γρήγορη δόση αλκοόλ. Ήταν ένα πολύ ωραίο και χορταστικό show που ανέδειξε το underground με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Υπάρχει ζουμί εκεί κάτω για όποιον έχει τη διάθεση να κολυμπήσει στο σκοτεινιασμένο ποτάμι του Άδη.

0 σχόλια:

Post a Comment