Live Report: AGGALOCH - CROWN


Photo by Fotis Maras
Φόρεσα τις σαγιονάρες μου και τα aviator γυαλιά μου και ξεκίνησα, ολόγυμνος, για το show των Agalloch. Είναι Αύγουστος ακόμη, ο μήνας που αντιπαθώ για διάφορους λόγους, αλλά ευτυχώς οι τελευταίες δέκα μέρες ήταν πιο δροσερές. Έφτασα στο club νωρίς, πήρα έναν fredo και κοίταξα γύρω μου. Υπήρχε ήδη κόσμος που περίμενε από έξω. Κοίταξα ψηλά στον ουρανό, το στενό άνοιγμα μεταξύ των ψηλών κτιρίων και ένας αετός πέταξε από πάνω μου. Οι οιωνοί ήταν θετικοί. Μπήκα μέσα, περιμένοντας να δω τους φίλους μου και nerd συντρόφους να κάθονται, μάλλον εξουθενωμένοι καθώς ήταν και στο show της Αθήνας και να συζητούν για παραλίες, μαυρίσματα, δουλειές και metal.

Οι τύποι από τις δύο μπάντες, CROWN και Agalloch, ήταν διασκορπισμένοι μέσα και ξεκουράζονταν ή δούλευαν με τον εξοπλισμό τους και ετοιμάζονταν για το show. Οι Agalloch έχουν ένα δυνατό πυρήνα οπαδών στην Ελλάδα και από ότι έμαθα, το show στην Αθήνα ήταν πολύ καλό με αρκετούς παρευρισκόμενους. Ήξερα ότι οι θα έπαιζαν ένα δίωρο set, με τραγούδια από το Pale Folklore μέχρι την τελευταία τους κυκλοφορία, The Serpent And The Sphere. Τους CROWN από την άλλη, δεν τους γνώριζα. Λίγες μέρες πριν τη συναυλία streamαρα ένα τραγούδι από το δεύτερο τους album, το Natron, το οποίο μόλις έχει κυκλοφορήσει και από όσο είδα είναι πλέον διαθέσιμο για full streaming στη σελίδα τους στο bandcamp. Οπότε, ακούστε τους.

Ο χώρος άρχισε να γεμίζει με κόσμο και αφού πήρα την πρώτη μου μπύρα, και ακολούθησαν αρκετές ακόμη, πήγα και στάθηκα στο κέντρο, περιμένοντας τους CROWN να ξεκινήσουν. Ήταν τρεις, στο μπροστινό μέρος της σκηνής και τα drums ήταν προγραμματισμένα. Έχουν ένα οικείο ήχο, όπως αυτόν των Neurosis και Cult Of Luna και αρκετές ακόμη μπάντες που δημιουργούν αυτόν τον πυκνό και βαρύ τοίχο θορύβου. Θα έλεγα πως είναι κοντύτερα στον ήχο των COL, με την αισθητική της μουσικής τους να είναι κρύα και ερημωμένη. Ο ήχος τους ήταν τεράστιος και βαθύς και κουνιόμουν στον υπνωτιστικό ρυθμό τους. Αυτό που ευχαριστήθηκα είναι ότι επιβλήθηκαν στον χώρο με τη μουσική τους. Οι εικόνες που δημιουργήθηκαν μέσα μου ήταν από ένα post-apocalyptic αστικό τοπίο. Εγκαταλελειμμένο, σταδιακώς παρακμάζον, χωρίς κανένα σημάδι ανθρώπινης ύπαρξης. Εδώ ήταν που είχα τις πρώτες μου σκέψεις σχετικά με την απόδοση τους. Ο lead τραγουδιστής πρέπει να δουλέψει στα καθαρά φωνητικά του. Τα δεύτερα φωνητικά ήταν τοποθετημένα μέσα στη μουσική, το οποίο έκανε την αφήγηση μέρος του κόσμου που δημιούργησαν. Από την άλλη, τα lead φωνητικά ήταν μπροστά και οδηγούσαν. Δεν νομίζω όμως ότι ταιριάζει στη μουσική τους. Θα προτιμούσα να ήταν μέρος της, όπως ο αφηγητής μιας ιστορίας που βρίσκεται εντός αυτής και δεν την οδηγεί, ώστε να διατηρούν το αίσθημα της απελπισίας. Αλλά η μουσική τους με συγκίνησε και μου άρεσε το show τους. Θα ακούσω και το καινούριο τους album.

Μετά την εμφάνιση τους είχαμε ένα μικρό διάλλειμα, δέκα με δεκαπέντε λεπτά, αρκετό δηλαδή για μία δεύτερη μπύρα και τσιγάρο και να ετοιμαστούμε για τους Agalloch. Θέλω εδώ να ξεκαθαρίσω ότι ποτέ μου δε δημιούργησα κάποια συναισθηματική σύνδεση με τη μουσική τους. Δεν με συγκινεί. Και αυτό είναι OK από μένα, καθώς προσθέτει στην ποικιλία της μουσικής. Δεν μπορούν όλα τα συναισθήματα να μεταφερθούν με τον ίδιο τρόπο μεταξύ ανθρώπων. Είμαστε διαφορετικοί. Ο λόγος που το ξεκαθάρισα αυτό είναι γιατί η περιγραφή μου δεν θα έχει συναισθηματικές αναφορές.

Άναψαν αρωματικά στικ και ένα tom βρισκόταν μόνο του στο μπροστινό μέρος της σκηνής, το οποίο με έκανε να πιστέψω πως θα ακούσουμε και πιο folk τραγούδια από αυτούς. Όντως ακούσαμε, καθώς το playlist περιελάμβανε τραγούδια από όλη τη δισκογραφία τους, καθώς και το The Mantle. Ο ήχος ήταν πολύ κοντά σε αυτόν του τελευταίου τους δίσκου, με πιο έντονο το rock στοιχείο. Ήταν πιο οργανικό, κάνοντας τα τραγούδια να ακούγονται γεμάτα με ενέργεια και λιγότερο σαν μία βόλτα στο δάσος για εσωτερικές αναζητήσεις. Αυτή ήταν μια καλή επιλογή καθώς ήταν συναυλία και είναι καλύτερο να βοηθάς το κοινό να εκφραστεί παρά να κάτσει σιωπηλά με τα μάτια του κλειστά.

Οι παρευρισκόμενοι ήταν ενθουσιασμένοι σε κάποια τραγούδια και προσπαθούσαν να επικοινωνήσουν με το συγκρότημα, ενώ άλλες φορές παρατηρούσαν σιωπηλά. Προφανώς δεν είχαμε mosh pit, αλλά οι περισσότεροι φαίνονταν απορροφημένοι. Τα solo και οι lead κιθάρες ήταν κυρίαρχα. Η φωνή ήταν ακριβώς όπως στα album, το οποίο με κάνει να πιστεύω πως την ηχογραφούν έτσι. Το συναίσθημα και η φυσική τους έκφραση επέτρεψε να δημιουργηθεί μια σύνδεση με το κοινό. Ο lead κιθαρίστας για παράδειγμα, γούσταρε, κουνούσε τη κιθάρα, τραγουδούσε παράλληλα, και περισσότερο το ζούσε παρά το παρουσίαζε.

Το μόνο, ελαφρώς, αρνητικό στοιχείο από το show τους ήταν ο ήχος των drums. Θα προτιμούσα να ήταν λίγο πιο μέσα στη μίξη. Και αυτό είναι όλο. Έγινε ξεκάθαρο σε όλους το γιατί οι Agalloch έχουν δημιουργήσει μια τόσο δυνατή φήμη γύρω από τις ζωντανές εμφανίσεις τους και δύο ώρες αργότερα, όλοι ήταν ικανοποιημένοι, και εγώ μαζί τους, για αυτό που ζήσαμε και θα πρότεινα σε οποιονδήποτε να δει και τα δύο συγκροτήματα.

Μετά τη συναυλία ακολούθησε κάτι που δεν περίμενα. Καταλήξαμε σε ένα bar για καμιά μπύρα και να ακούσουμε λίγο metal και επέστρεψα σπίτι στις εφτά το πρωί. Σκεφτείτε μια μικρή μπύρα κάθε μισή ώρα με τρία τέταρτα και κάντε τις πράξεις. Ήταν ένας καλός τρόπος για να τελειώσει η βραδιά. Μετά από μια γεμάτη συναυλία και μια μεγάλη νύχτα όπου συνδυάσαμε το air guitar με το “Blinded By fear” και τις κουβέντες μας για την κρίση και την ολική έλλειψη μέλλοντος για μας, το να επιστρέφεις για ύπνο το πρωί ήταν ένα φυσικό αποτέλεσμα.


Είθε να ζήσουμε πολλά χρόνια και να το κάνουμε αυτό πολλές φορές ακόμη.

0 σχόλια:

Post a Comment